Σόφια

Η Σόφια (Βουλγαρικά.: София, Λατινικά: Sofia), είναι η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Βουλγαρίας. Βρίσκεται στη δυτική Βουλγαρία, στις πλαγιές του όρους Βίτοσα. Κατέχει στρατηγική θέση στο κέντρο της Βαλκανικής Χερσονήσου. Η ιστορία της Σόφιας εκτείνεται σε 2.400 χρόνια. Το αρχαίο της όνομα Σαρδική προέρχεται από την τοπική κελτική φυλή των Σαρδών, που ίδρυσαν την πόλη τον 5ο αιώνα π.Χ. Παρέμεινε ένας μικρός σχετικά οικισμός μέχρι το 1879, οπότε ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Είναι η 15η μεγαλύτερη πόλη στην Ευρωπαϊκή Ένωση με πληθυσμό περίπου 1,3 εκατομμυρίων. Στη Σόφια είναι συγκεντρωμένα πολλά από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια, πολιτιστικά ιδρύματα και επιχειρήσεις της Βουλγαρίας. Η πόλη της Σόφιας έχει αδελφοποιηθεί με την Αθήνα, καθώς και με πολλές άλλες πρωτεύουσες.
Το όνομα Σερδική ή Σαρδική ήταν δημοφιλές σε Λατινικές, Αρχαίες Ελληνικές και Βυζαντινές Ελληνικές πηγές από την Αρχαιότητα και το Μεσαίωνα. To όνομα χρησιμοποιήθηκε για τελευταία φορά το 19ο αιώνα σε ένα Βουλγαρικό κείμενο, «Λειτουργία και αγιογραφία του Αγίου Γεωργίου του Νέου της Σόφιας». Άλλο όνομα της Σόφιας, Τριάδιτζα, αναφερόταν σε Ελληνικές μεσαιωνικές πηγές. Το Βουλγαρικό όνομα ΄΄Σρέντετς΄΄, που σχετίζεται με το «σρέντα» (μέσο), πρωτοεμφανίσθηκε στο "Οραμα του Δανιήλ" του 11ου αιώνα και χρησιμοποιείτο ευρέως το Μεσαίωνα. Το σημερινό όνομα, Σόφια, πρωτοχρησιμοποιήθηκε στον Καταστατικό Χάρτη της Βίτοσα του Βούλγαρου τσάρου Ιβάν Σισμάν του 14ου αιώνα, ή στις σημειώσεις ενός εμπόρου από το Ντουμπρόβνικ του 1376. Aναφέρεται στην περίφημη αρχαία Εκκλησία της Αγίας Σοφίας της πόλης. Αν και το Σρέντετς παρέμεινε σε χρήση μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, το Σόφια σταδιακά ξεπέρασε το Σλαβικό όνομα σε δημοφιλία. Κατά την Οθωμανική περίοδο ονομαζόταν Σόφια από τους Τούρκους κατακτητές της Βουλγαρίας.
Η εξέλιξη της Σόφιας σε σημαντικό οικισμό οφείλει πολλά στην κεντρική της θέση στα Βαλκάνια. Βρίσκεται στη βορειοδυτική Βουλγαρία, στους βόρειους πρόποδες του βουνού Βίτοσα, στην Κοιλάδα της Σόφιας, που περιβάλλεται από παντού από βουνά. Η κοιλάδα έχει μέσο υψόμετρο 550 μέτρων. Στην πόλη οδηγούν τρεις ορεινές διαβάσεις, που είναι βασικοί δρόμοι από την αρχαιότητα, συνδέοντας την Αδριατική θάλασσα με την Κεντρική Ευρώπη με τη Μαύρη θάλασσα και το Αιγαίο πέλαγος. Την πόλη διασχίζουν ορισμένα ποταμάκια, όπως οι Βλαντάισκα και Πετρόφσκα. Ο Ποταμός Ισκαρ στην ανώτερη πορεία του ρέει κοντά στην ανατολική Σόφια. Η πόλη είναι γνωστή για τις πολλές υδάτινες και ιαματικές πηγές της. Τεχνητές λίμνες και φράγματα κατασκευάσθηκαν τον περασμένο αιώνα. Βρίσκεται 130 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Φιλιππούπολης, δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Βουλγαρίας, 340 χιλιόμετρα δυτικά του Μπουργκάς και 380 χιλιόμετρα δυτικά της Βάρνας, της μαγαλύτερης πόλης-λιμανιού της Βουλγαρίας στη Βουλγαρική ακτή της Μαύρης Θάλασσας. Η πόλη απέχει λιγότερο από 200 χιλιόμετρα από τα σύνορα με τρεις χώρες : 55 χιλιόμετρα από την Καλότινα στα Σερβικά σύνορα, 113 χιλιόμετρα από το Γκιουέσεβο στα σύνορα με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και 183 χιλιόμετρα από τα Ελληνικά σύνορα στα Κούλατα. Η Σόφια έχει έκταση 1344 τ.χ.
Η Σόφια ήταν αρχικά Θρακικός οικισμός, με το όνομα Σερδική ή Σαρδική πιθανόν από την Κελτική φυλή των Σαρδών. Για μια σύντομη περίοδο κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. κυβερνήθηκε από το Φίλιππο Β΄της Μακεδονίας και το γιο του, Μέγα Αλέξανδρο. Περί το 29 π.Χ. η Σαρδική καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους. Έγινε municipium, ή κέντρο διοικητικής περιοχής, επί της βασιλείας του Αυτοκράτορα Τραιανού (98 - 117) και μετονομάστηκε Ούλπια Σέρντικα. Φαίνεται ότι η πρώτη γραπτή αναφορά της Σαρδικής έγινε από τον Πτολεμαίο (περίπου 100 μ.Χ.). Η Σαρδική επεκτάθηκε καθώς ανεγέρθηκαν πυργίσκοι, προστατευτικά τείχη, δημόσια λουτρά, διοικητικά και πολιτιστικά κτίρια, μία αστική βασιλική, ένα αμφιθέατρο, η Βουλή, μία μεγάλη αγορά, ένα μεγάλο θέατρο κλπ. Το 2ο αιώνα μ.Χ. ήταν διοικητικό κέντρο της Ρωμαϊκής Μοισίας. Τον 3ο αιώνα ήταν πρωτεύουσα της Αυρηλιανής Δακίας και όταν ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός διαίρεσε την επαρχία της Δακίας στη Δακία Ριπένσις (στις όχθες του Δούναβη) και στη Δακία Μεσογειακή, η Σαρδική έγινε πρωτεύουσα της τελευταίας. Η πόλη στη συνέχεια επεκτάθηκε επί ενάμιση αιώνα, έγινε σημαντικό πολιτικό και οικονομικό κέντρο - έγινε μία από τις πρώτες Ρωμαϊκές πόλεις, όπου ο Χριστιανισμός αναγνωρίσθηκε ως επίσημη θρησκεία (υπό το Γαλέριο). Το 343 μ.Χ. συνήλθε στην πόλη η Σύνοδος της Σαρδικής σε μια εκκλησία, στη θέση όπου αργότερα χτίστηκε η σημερινή Εκκλησία της Αγίας Σοφίας του 6ου αιώνα.
. Η πόλη καταστράφηκε στην επιδρομή του 447 από τους Ούννους. Ξαναχτίστηκε από το Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄ και για ένα διάστμα ονομαζόταν Τριάδιτζα ή Σρέντετς από τις Σλαβονικές φλές. Επί της βασιλείας του Ιουστινιανού άκμασε, περιβαλλόμενη από μεγάλα οχυρωματικά τείχη, των οποίων τα κατάλοιπα είναι ακόμα ορατά σήμερα.
Η Σόφια αρχικά έγινε τμήμα της Πρώτης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, επί της βασιλείας του Χαν Κρούμου το 809, μετά από μακρά πολιορκία. Στη συνέχεια ήταν γνωστή με το Βουλγαρικό όνομα ΄΄Σρέντετς΄΄ και εξελίχθηκε σε σημαντικό φρούριο και διοικητικό κέντρο. Μετά την υποταγή της Βορειοανατολικής Βουλγαρίας στις στρατιές του Ιωάννη Τσιμισκή το 971, ο Βούλγαρος Πατριάρχης Δαμιανός επέλεξε για έδρα του τη Σόφια τον επόμενο χρόνο. Μετά από μερικές ανεπιτυχείς πολιορκίες, η πόλη υπετάγη στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1018, αλλά για μια ακόμη φορά ενσωματώθηκε στην παλινορθωμένη Βουλγαρική Αυτοκρατορία την εποχή του Τσάρου Ιβάν Ασέν Α΄. Από το 12ο ως το 14ο αιώνα η Σόφια ήταν ένα αναπτυγμένο κέντρο εμπορίου και βιοτεχνίας. Πιθανόν ονομάστηκε από το γενικό πληθυσμό Σόφια, γύρω στο 1376 από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Εντούτοις σε διάφορα έγγραφα ονομαζόταν τόσο Σόφια όσο και Σρέντετς μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Το 1382 η Σόφια καταλήφθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια των Βουλγαροοθωμανικών Πολέμων, μετά από μακρά πολιορκία. Γύρω στο 1393 έγινε η έδρα του νεοιδρυμένου Σαντζακίου της Σόφιας.
Μετά την αποτυχημένη σταυροφορία του Βλάντισλαβ Γ΄ της Πολωνίας το 1443 προς τη Σόφια η Χριστιανική ελίτ της πόλης εξολοθρεύτηκε και η πόλη έγινε πρωτεύουσα της Οθωμανικής επαρχίας (μπειλερμπειλίκι) της Ρούμελης για πάνω από τέσσερις αιώνες, πράγμα που ενθάρρυνε πολλούς Τούρκους να εγκατασταθούν εδώ. Το 16ο αιώνα η ρυμοτομία και η όψη της Σόφιας άρχισαν να εμφανίζουν ύφος καθαρά Οθωμανικό, με πολλά τζαμιά, κρήνες και χαμάμ (λουτρά). Την εποχή αυτή η πόλη είχε πληθυσμό περίπου 7.000. Η πόλη καταλήφθηκε για αρκετές εβδομάδες από Βούλγαρους χαιντούκους το 1599. Το 1610 το Βατικανό ίδρυσε την Επισκοπή της Σόφιας για τους Καθολικούς της Ρούμελης, που διατηρήθηκε μέχρι το 1715, οπότε οι περισσότεροι Καθολικοί είχαν μεταναστεύσει. Το 16ο αιώνα υπήρχαν στη Σόφια 126 Εβραϊκά νοικοκυριά και μια συναγωγή από το 967. Η πόλη ήταν έδρα του Εγιαλετίου της Σόφιας (1826 - 1864).
Η Σόφια καταλήφθηκε από Ρωσικές δυνάμεις στις 4 Ιανουαρίου 1878, κατά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο, 1877-1878 και έγινε πρωτεύουσα του αυτόνομου Πριγκιπάτου της Βουλγαρίας, που έγινε το Βασίλειο της Βουλγαρίας το 1908. Προτάθηκε ως πρωτεύουσα από τον Μάριν Ντρίνοφ και έγινε δεκτή ως τέτοια στις 3 Απριλίου 1879. Μετά τον Απελευθερωτικό Πόλεμο το νέο όνομα Σόφια αντικατέστησε το παλιό (Σρέντετς). Τη στιγμή της απελευθέρωσής της ο πληθυσμός της πόλης ήταν 11.649 άτομα. Τις λίγες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση η πόλη γνώρισε μεγάλη πληθυσμιακή αύξηση, κυρίως από άλλες περιοχές της χώρας. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη βομβαρδίστηκε από τη Συμμαχική αεροπορία στα τέλη του 1943 και τις αρχές του 1944. Λόγω της εισβολής του Σοβιετικού Κόκκινου Στρατού η κυβέρνηση της Βουλγαρίας, που ήταν σύμμαχος της Γερμανίας, ανατράπηκε. Οι μετασχηματισμοί της Βουλγαρίας σε Λαϊκή δημοκρατία και Δημοκρατία της Βουλγαρίας σηματοδότησαν σημαντικές αλλαγές στην εμφάνιση της πόλης. O πληθυσμός της Σόφιας αυξήθηκε γρήγορα λόγω της μετανάστευσης από την υπόλοιπη χώρα. Ολόκληρες νέες περιοχές κατοικίας χτίστηκαν στις παρυφές της πόλης, όπως οι Ντρούζμπα, Μλάντοστ και Λιούλιν.
H όψη της Σόφιας συνδυάζει ένα ευρύ φάσμα αρχιτεκτονικών ρυθμών, μερικοί από τους οποίους δύσκολα συμβιβάζονται. Ποικίλλουν από Χριστιανική Ρωμαϊκή αρχιτεκτονική και μεσαιωνικά Βουλγαρικά φρούρια μέχρι το Νεοκλασικισμό και τις προκατασκευασμένες πολυκατοικίες της Σοσιαλιστικής εποχής (πανέλκι). Στο κέντρο της πόλης διατηρούνται ορισμένα αρχαία Ρωμαϊκά, Βυζαντινά και μεσαιωνικά Βουλγαρικά κτίρια. Μεταξύ αυτών είναι η Ροτόντα του Αγίου Γεωργίου του 4ου αιώνα, τα τείχη του φρουρίου της Σαρδικής και το εν μέρει διατηρημένο αμφιθέατρό της.
Μετά τον Απελευθερωτικό Πόλεμο ο Πρίγκιπας Αλέξανδρος Βάτενμπεργκ προσκάλεσε αρχιτέκτονες από την Αυστροουγγαρία να διαμορφώσουν την αρχιτεκτονική όψη της νέας πρωτεύουσας. Ανάμεσά τους ήταν ο Φρίντριχ Γκρύναγκερ, ο Αντολφ Βάκλαβ Κόλαρ, ο Βίκτορ Ρουμπελμάγιερ και άλλοι, που σχεδίασαν τα περισσότερα σημαντικά δημόσια κτίρια που χρειαζόταν η νεοεπανιδρυμένη Βουλγαρική κυβέρνηση, καθώς και πολλές κατοικίες για την ελίτ της χώρας. Αργότερα συνεισέφεραν και πολλοί Βούλγαροι αρχιτέκτονες εκπαιδευμένοι στο εξωτερικό. Έτσι η αρχιτεκτονική του κέντρου της Σόφιας είναι ένας συνδυασμός Νεομπαρόκ, Νεοροκοκό, Νεοαναγέννησης και Νεοκλασικισμού, με το Βιεννέζικο Ζετσεσιονισμό, να παίζει επίσης αργότερα ένα σημαντικό ρόλο, αλλά είναι κυρίως κατά κανόνα Κεντροευρωπαϊκή. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την εγκαθίδρυση Κομμουνιστικής κυβέρνησης στη Βουλγαρία το 1944 η αρχιτεκτονική γραμμή μεταβλήθηκε αισθητά. Δημόσια κτίρια Σταλινικής αρχιτεκτονικής εμφανίστηκαν στο κέντρο, ιδίως το εκτεταμένο κυβερνητικό συγκρότημα γύρω από το Λάργκο, το Στάδιο Βασίλ Λέφσκι, η Εθνική Βιβλιοθήκη Κύριλου και Μεθόδιου και άλλα. Καθώς η πόλη αναπτυσσόταν προς τα έξω δέσποζαν πολλοί τσιμεντένιοι πύργοι, πολυκατοικίες από προκατασκευή και δείγματα Μπρουταλιστικής αρχιτεκτονικής
. Μετά την κατάργηση του Κομμουνισμού το 1989 η Σόφια έχει βιώσει την κατασκευή ολόκληρων επιχειρηματικών περιοχών και συνοικιών καθώς και σύγχρονα κτίρια τύπου ουρανοξύστη με γυάλινες προσόψεις, αλλά επίσης ανώτερης τάξης περιοχές κατοικίας. Το Επιχειρηματικό Κέντρο Κάπιταλ Φορτ θα είναι ο πρώτος ουρανοξύστης στη Βουλγαρία με 126 μέτρα και 36 ορόφους. Εντούτοις ο τερματισμός της παλιάς διακυβέρνησης και του συστήματος του κεντρικού σχεδιασμού άνοιξε επίσης το δρόμο σε χαοτική και ανεξέλεγκτη ανοικοδόμηση, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Η πόλη έχει μια εκτεταμένη πράσινη ζώνη. Μερικές από τις συνοικίες, που κατασκευάσθηκαν μετά το 2000 και είναι πυκνοδομημένες, συνήθως στερούνται χώρων πρασίνου. Υπάρχουν τέσσερα κύρια πάρκα - ο Κήπος Μπορίσοβα στο κέντρο της πόλης και τα πάρκα Νότιο, Δυτικό και Βόρειο. Το Νότιο Πάρκο ανακατασκευάστηκε και τώρα είναι ένα από τα καλύτερα της χώρας. Αρκετά άλλα μικρότερα πάρκα, ανάμεσά τους ο Δημοτικός Κήπος και ο Κήπος των Γιατρών, βρίσκονται στην κεντρική Σόφια. Το Φυσικό Πάρκο Βίτοσα (ο παλαιότερος εθνικός δρυμός στα Βαλκάνια), που περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα του Ορους Βίτοσα, καταλαμβάνει μια έκταση 270 τ.χ. και βρίσκεται εξ ολοκλήρου μέσα στα όρια της πόλης. Πολλοί από τους κατοίκους της πόλης κάνουν εβδομαδιαίες πεζοπορίες στο βουνό, οι περισσότεροι τουλάχιστον δυο φορές το χρόνο. Υπάρχουν μπαγκαλόους καθώς και αρκετές πίστες του σκι στο Βίτοσα, επιτρέποντας στους ντόπιους να επωφελούνται πλήρως από την εξοχή και τα βουνά, χωρίς να χρειαστεί να φύγουν από την πόλη.
H Σόφια συγκεντρώνει την πλειοψηφία των καλλιτεχνικών θιάσων της Βουλγαρίας. To θέατρο είναι μακράν η δημοφιλέστερη μορφή παραστατικής τέχνης καο οι θεατρικοί χώροι δέχονται τους περισσότερους επισκέπτες μετά τους κινηματογράφους. Το παλιότερο τέτοιο ίδρυμα είναι το εθνικό Θέατρο Ιβάν Βάζοφ, όπου ανεβάζονται πολλά κλασικά έργα και βρίσκεται στο κέντρο ακριβώς της πόλης. Πολλά μικρότερα θέατρα, όπως το Θεατρικό Εργαστήρι Σφούματο, ανεβάζουν τόσο κλασικά όσο και σύγχρονα έργα.
Η Εθνική Όπερα και Μπαλέτο ιδρύθηκε το 1891. Εντούτοις ξεκίνησε παραστάσεις σε μόνιμη βάση το 1909. Μερικοί από τους διασημότερους τραγουδιστές όπερας της Βουλγαρίας, όπως ο Νικολάι Γκιαούροφ και η Γκένα Ντιμίτροβα, έχουν κάνει εκεί τις πρώτες τους εμφανίσεις στη σκηνή. Η Βουλγαρική Αίθουσα και η Αίθουσα 1 του Εθνικού Παλατιού Πολιτισμού στεγάζουν τακτικά συναυλίες κλασικής μουσικής, που δίνονται τόσο από ξένες ορχήστρες όσο και από τη Φιλαρμονική της Σόφιας. Η πόλη έχει φιλοξενήσει πολλούς παγκοσμίου φήμης μουσικούς καλλιτέχνες, όπως οι AC/DC, ο Στινγκ, ο Έλτον Τζον, η Μαντόνα, ο Τζορτζ Μάικλ, οι Metallica, ο Τiesto, η Κάιλι Μινόγκ, οι Depeche Mode, οι Rammstein, η Ριάννα, οι Ρόξετ και η Lady Gaga.
Tα μεγαλύτερα μουσεία τέχνης της Βουλγαρίας βρίσκονται στις κεντρικές περιοχές της πόλης. Η Εθνική Πινακοθήκη στεγάζει μια συλλογή έργων κυρίως Βουλγάρων καλλιτεχνών, ενώ η Εθνική Πινακοθήκη Ξένης Τέχνης εκθέτει αποκλειστικά ξένα έργα, κυρίως από την Ινδία, την Αφρική, την Κίνα και την Ευρώπη. Οι συλλογές της περιλαμβάνουν ποικίλα έργα πολιτισμού, όπως γλυπτά της Αυτοκρατορίας Ασάντι (Γκάνα), Βουδιστική τέχνη, ζωγραφική του Ολλανδικού Χρυσού Αιώνα (17ος), έργα των Άλμπρεχτ Ντύρερ, Ζαν Μπατίστ Γκρεζ και Ωγκύστ Ροντέν. Η κρύπτη του Καθεδρικού του Αλέξανδρου Νιέφσκι περιέχει μια συλλογή Ανατολικών Ορθόδοξων εικόνων από τον 9ο ως το 19ο αιώνα. Άλλα μουσεία είναι το Εθνικό Ιστορικό μουσείο με μια συλλογή πάνω από 600.000 αντικειμένων, το Εθνικό Πολυτεχνικό Μουσείο, με εκτεθειμένα πάνω από 1000 αντικείμενα τεχνολογίας, το Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας.
Ο κινηματογράφος είναι η δημοφιλέστερη μορφή ψυχαγωγίας. Tα τελευταία χρόνια οι χώροι κινηματογράφου έχουν συγκεντρωθεί σε εμπορικά κέντρα και οι ανεξάρτητες αίθουσες έχουν κλείσει. Το Μολ της Σόφιας έχει ένα από τους μεγαλύτερους κινηματογράφους ΙΜΑΧ στην Ευρώπη. Οι περισσότερες ταινίες είναι Αμερικανικές παραγωγές, αν και όλο και περισσότερο προβάλλονται Ευρωπαϊκές και εγχώριες ταινίες. Το Οντεόν (που δεν ανήκει στην ομώνυμη αλυσίδα κινηματογράφων) προβάλλει αποκλειστικά Ευρωπαϊκές και ανεξάρτητες Αμερικάνικες ταινίες, καθώς και κλασικές του 20ού αιώνα. Η κάποτε ανθούσα κινηματογραφική βιομηχανία της Βουλγαρίας, συγκεντρωμένη στα στούντιο Μπογιάνα Φιλμ, γνώρισε μια περίοδο παρακμής μετά το 1990. Mία σχετική ανάκαμψή της άρχισε μετά το 2001. Mετά την εξαγορά της Μπογιάνα Φιλμ από την Αμερικανική Nu Image, πολλές σχετικά πετυχημένες παραγωγές έχουν γυριστεί μέσα και γύρω από τη Σόφια, όπως Το Συμβόλαιο (2006), Η Μαύρη Ντάλια (2006 - Τζος Χάρτνετ, Σκάρλετ Γιόχανσον, Χίλαρι Σουάνκ), Χίτμαν (2007), Κόναν Ο Βάρβαρος (2011 - Ρόουζ Μακ Γκάουαν). Τα στούντιο της Nu Μπογιάνα φιλμ έχουν επίσης φιλοξενήσει μερικές από τις σκηνές της ταινίας Οι Αναλώσιμοι 2.
H πόλη φιλοξενεί πολλά πολιτιστικά ιδρύματα, όπως το Ρωσικό, το Πολωνικό, το Ουγγρικό, το Τσέχικο και το Σλοβάκιο, το Ιταλικό, το γαλλικό, το Ινστιτούτο Γκαίτε, το Βρεταννικό Συμβούλιο, το Ινστιτούτο Θερβάντες, και το Ινστιτούτο Ανοιχτής Κοινωνίας, που τακτικά οργανώνουν προσωρινές εκθέσεις οπτικών, ηχητικών και λογοτεχνικών έργων καλλιτεχνών από τις αντίστοιχες χώρες.
Μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες τηλεπικοινωνιών, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, εφημερίδες, περιοδικά και δικτυακές πύλες έχουν την έδρα τους στη Σόφια, όπως η Βουλγαρική Εθνική Τηλεόραση, η bTV και η Nova TV (ιδιωτικές). Εφημερίδες με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία είναι οι 24 Ώρες, Τρουντ και Κάπιταλ Ντέιλι.
Η Σόφια είναι ένας από τους προορισμούς της Βουλγαρίας με τους περισσότερους επισκέπτες, μαζί με τα παραλιακά και ορεινά θέρετρα. Aπό τα κυριότερα σημεία της είναι ο Καθεδρικός του Αλέξανδρου Νιέφσκι, ένα από τα σύμβολα της Βουλγαρίας, κατασκευασμένος στα τέλη του 19ου αιώνα. Καταλαμβάνει έκταση 3.170 τ.μ. και χωράει 10.000 άτομα. Η πόλη είναι επίσης γνωστή για την Εκκλησία της Μπογιάνα, μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Η Εθνική Βιβλιοθήκη των Αγίων Κύριλου και Μεθόδιου περιέχει τη μεγαλύτερη εθνική συλλογή βιβλίων και εγγράφων (1.714.211 βιβλία και περίπου 6 εκατομμύρια άλλα έγγραφα) και είναι το παλιότερο πολιτιστικό ίδρυμα της Βουλγαρίας. Η Σόφια διαθέτει τις μεγαλύτερες μουσειακές συλλογές της Βουλγαρίας, που προσελκύουν τουρίστες και φοιτητές για πρακτικές σπουδές. Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην περιοχή της Μπογιάνα έχει μια τεράστια συλλογή πάνω από 600.000 ιστορικών αντικειμένων, που χρονολογούνται από την Προϊστορική μέχρι τη σύγχρονη εποχή, αν και μόνο 10.000 από αυτά είναι μόνιμα εκτεθειμένα λόγω έλλειψης χώρου. Μικρότερες συλλογές αντικειμένων περισσότερο σχετικών με την ιστορία της Σόφιας είναι στο Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο, πρώην τζαμί, που βρίσκεται ανάμεσα στα κτίρια της Εθνικής Τράπεζας και της Προεδρίας. Δύο μουσεία φυσικών επιστημών - το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και το Ανθρωπος και Γη - διαθέτουν ορυκτά, ζωικά είδη (ζωντανά και ταριχευμένα) και σπάνιες ύλες. Το Εθνογραφικό Μουσείο και το Εθνικό Μουσείο Στρατιωτικής Ιστορίας είναι άλλα σημεία ενδιαφέροντος, με μεγάλες συλλογές Βουλγαρικών λαϊκών ενδυμασιών και όπλων αντίστοιχα. Η Λεωφόρος Βίτοσα, αλλιώς Βιτόσκα, έχει πολλές μπουτίκ μόδας και καταστήματα ειδών πολυτελείας. Η γεωγραφική θέση της Σόφιας, στους πρόποδες του αναπαυτηρίου του σαββατοκύριακου βουνού Βίτοσα, προσθέτει περισσότερα στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της πόλης.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 η περιφέρεια της Σόφιας έχει πληθυσμό 1 405 577 κατοίκους, ενώ πόλη έχει 1 094 410 κατ. Η μεγαλύτερη περιοχή (προάστιο) είναι το Λιούλιν 110 117 κατ. και ακολουθούν το Μλάντοστ με 95 877 κατ., η Ποντούγιανε με 75 312 κατ.. και το Κράσνο Σέλο με 72 773 κατ..
Η Σόφια αποτελεί τον βασικό σιδηροδρομικό κόμβο της Βουλγαρίας και έχει 8 σιδηροδρομικούς σταθμούς. Το αεροδρόμιο της Σόφιας είναι το μεγαλύτερο της χώρας. Η «Εταιρία Αστικής Συγκοινωνίας Πρωτεύουσας» έχει αναλάβει την αστική συγκοινωνία της πόλης. Το 2002 το σύστημα συγκοινωνιών περιελάμβανε 95 γραμμές λεωφορείων, 16 γραμμές τραμ και 10 γραμμές τρόλεϋ, λειτουργούν και 2 γραμμές του μετρό .
• Ο ναός-μνημείο «Αλέξανδρος Νιέφσκι», χτισμένος κατά την περίοδο 1904-1912.
• Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Βουλγαρίας, το μεγαλύτερο μουσείο της χώρας, το οποίο φυλάσσει, μεταξύ άλλων, θρακικούς θησαυρούς.
• Η ρώσικη εκκλησία του Αγίου Νικολάου, χτισμένη σε μοσχοβίτικο στυλ, με 5 μικρούς τρούλους από χρυσό.
• Η βασιλική της Αγίας Σοφίας.
• Η ροτόντα του Αγίου Γεωργίου.
• Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.
• Το μνημείο «Τσαρ Οσφομποντίτελ» (Цар Освободител = Τσάρος Απελευθερωτής), προς τιμήν του Ρώσου ηγεμόνα Αλέξανδρου Β', απέναντι από το κτήριο του κοινοβουλίου.
• Το πνευματικό κέντρο «NDK» (Народен Дворец на Културата = Εθνικό Μέγαρο Πολιτισμού), το οποίο εγκαινιάστηκε το 1981 και αποτελεί το μεγαλύτερο πολυλειτουργικό εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Tags: